Winner of the Pulitzer Prize

Confessions of a “complicated” spy

This review of Viet Thanh Nguyen’s The Sympathizer by Nikos Xeniou was originally published by Book Press.

«Ο ήρωάς μου είναι γυναικάς, αλκοολικός, κατάσκοπος κι επιπλέον δολοφόνος: πράγματα που εγώ δεν είμαι», δηλώνει σε συνέντευξή του ο βιετναμέζος-αμερικανός συγγραφέας Βιετ Ταν Νγκιεν θέλοντας να δηλώσει πόσο ελάχιστα αυτοβιογραφικό είναι το πρώτο του μυθιστόρημα Ο Συνοδοιπόρος που βραβεύτηκε, μεταξύ άλλων, με το Pulitzer 2016 και φέτος κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Utopia σε εξαιρετική, ρέουσα και λειτουργική μετάφραση Γιώργου – Ίκαρου Μπαμπασάκη.

Το τραγικωμικό αυτό μυθιστόρημα γράφτηκε σαράντα χρόνια μετά την πτώση της Σαϊγκόν, έναν τόπο με τον οποίον ο βορειοβιετναμέζος πρωταγωνιστής έχει αναπτύξει μια σχέση αγάπης-μίσους. Ο ανώνυμος πρωτοπρόσωπος αφηγητής έχει συλληφθεί και εξομολογείται σε ένα κομμουνιστή Commandant τη ζωή του. Αντί να μεταμεληθεί δηλώνοντας αυτά που οι «σύντροφοι» επιθυμούν να δουν γραμμένα, ο αφηγητής γράφει σύνθετες, περίπλοκες σκέψεις για τα κίνητρα που τον οδήγησαν στη σύλληψη. Ενώ θεωρεί τον εαυτό του κομμουνιστή και επαναστάτη, ομολογεί τη φιλία του με άτομα που θα ’πρεπε να είναι εχθροί του και κατανοεί τους νοτιοβιετναμέζους στρατιώτες που πολεμούν για την πατρίδα τους. Τέλος, οδηγείται μπροστά στον κομισσάριο του κόμματος.

Μια ανθρώπινη ιστορία για απάνθρωπες ενέργειες

Ο συγγραφέας επιλέγει κατάσκοπο ως κεντρικό ήρωα για να πετύχει τα στοιχεία θρίλερ που επιθυμεί, εμπνευσμένος, κατά δήλωσίν του, από τον διάσημο κατάσκοπο Φαμ Χουαν Αν. Του προσέδωσε τη διπλή καταγωγή ενός mulatto, απέναντι στον οποίον θα στρέφεται όλη η καχυποψία του αναγνώστη. Στην επιλογή της αφηγηματικής «φωνής» επηρεάστηκε από τη Χώρα στο τέλος του κόσμου του Λόμπο Άντιουν και από το Ταξίδι στην άκρη της νύχτας του Σελίν [1]. Αρχικά ο αριστερόφρων αφηγητής κινείται ως διπλός κατάσκοπος στον στρατό του Νοτίου Βιετνάμ. Ενάντια στις πεποιθήσεις του, υπηρετεί ως aide-de-camp στον νοτιοβιετναμικό στρατό και το 1975 κανονίζει, λίγο πριν από την πτώση της Σαϊγκόν, την ασφαλή δραπέτευση στις Η.Π.Α. του εαυτού του, του καλύτερου φίλου του Μπον (του οποίου η οικογένεια θα σκοτωθεί) και του φιλοαμερικανού Στρατηγού του οποίου είναι δεξί χέρι.

Στην Αμερική ο Στρατηγός ανοίγει μια κάβα και κρυφά διοργανώνει μιαν ομάδα εκπατρισμένων νοτιοβιετναμέζων που προορίζονται να επιστρέψουν ως επαναστάτες κομμάντο στο Βιετνάμ. Αντίστοιχα, ο αφηγητής γίνεται περιζήτητος για το πνευματώδες ύφος του και τα εξαιρετικά του αγγλικά, διορίζεται ως ιερέας στο Occidental College, σχετίζεται με τη Λάνα, τη μεγαλύτερη κόρη του Στρατηγού και στέλνει κρυπτογραφημένες επιστολές στον «σύνδεσμό» του Μαν (επίσης διπλό πράκτορα και χρηματοδότη του Προγράμματος Εκκαθάρισης Phoenix), ενόσω κατασκοπεύει τους άλλους πρόσφυγες.

Κατόπιν, στις Φιλιππίνες χρηματίζει πολιτιστικός σύμβουλος στο γύρισμα της αμερικανικής ταινίας «The Hamlet», που η υπόθεσή του είναι τύπου «Platoon» και «Αποκάλυψη τώρα»: μια κλισέ ομάδα πρασινοσκούφηδων σώζει ένα νοτιοβιετναμικό χωριό από τους Βιετκόνγκ. Όχι μόνο αποτυγχάνει να εμπλακεί στη ρομαντική, αποπροσανατολιστική αμερικανική ματιά στον συγκεκριμένο πόλεμο, παρά διακινδυνεύει και τη ζωή του κατά τα γυρίσματα. Ο σαρκασμός της «αμερικανικής ματιάς» στον πόλεμο του Βιετνάμ φαίνεται ξεκάθαρα σε αυτό το κεφάλαιο: στη θέση της κραυγής «The horror! The horror!» του μυθιστορήματος του Κόνραντ Η καρδιά του σκότους εδώ έχουμε τη σαρκαστική κραυγή: «The whore! The whore!». Η δήλωση του συγγραφέα είναι πως ο μέσος Αμερικανός πάσχει από αυτό που η μυθιστοριογράφος Τζίνα Αποστόλ αποκαλεί «ψυχολογική διαταραχή», εφόσον όλη η νεώτερη Ιστορία του συντίθεται από ανήθικες παρεμβάσεις στην πολιτική ξένων κρατών.

Ένα ντοστογιεφσκικό πορτραίτο

Oι συμβιβασμοί του ήρωα συνεχίζονται, οδηγώντας τον σε ηθική εξαχρείωση: τελικά δολοφονεί τον αριστερών πεποιθήσεων εκδότη Σόνυ, που είχε σχέσεις με τη Λάνα ενόσω ο ίδιος απουσίαζε στις Φιλιππίνες. Τέλος, επιστρέφοντας στο Βιετνάμ μαζί με τους κομμάντο του Στρατηγού, συμμετέχει στον ανταρτοπόλεμο κατά των κομμουνιστών, όπου τελικά συλλαμβάνεται και ανακρίνεται. Στο στρατόπεδο «επανένταξης» του Βόρειου Βιετνάμ όπου κρατείται, ο κομισσάριος Μαν δεν θα διστάσει να τον υποβάλει σε βασανιστήρια, ως μέρος της επανεκπαίδευσής του. Αρχικά θα πρέπει να παραδεχτεί στον Commandant το έγκλημα της συμμετοχής στον βασανισμό και βιασμό μιας κομμουνίστριας πράκτορα. Κατόπιν, πρέπει να ομολογήσει την ασυνείδητη συνενοχή του στον θάνατο του πατέρα του. Τέλος, πρέπει να «μάθει το μάθημά του» ότι ένας αληθινός επαναστάτης πρέπει να εκμηδενίζει τον εαυτό του μπροστά στο όραμα της ελευθερίας.

Όμως ο αφηγητής, που βιώνει υπαρξιακή μοναξιά μεγάλου μεγέθους, δεν είναι φανατικός οπαδός της κομμουνιστικής ιδεολογίας: είναι ένας «sympathizer» του ανθρώπου που πασχίζει και βασανίζεται και στα δύο στρατόπεδα. Έτσι περιγράφει την τραυματική εμπειρία του πολέμου χωρίς να υιοθετεί διδακτικό ύφος [2] σχετικά με τις πεποιθήσεις που θα ώφειλε να έχει ο ήρωάς του. «In οur time no man is a neutral», όπως σοφά έχει γράψει ο Γκράχαμ Γκρην [3]. Ωστόσο, πρότυπο της αφήγησης αυτής είναι, πάνω απ’ όλα, η ανάκριση του Μέγα Ιεροεξεταστή στους Δαιμονισμένους του Ντοστογιέβσκη.

Πώς τα ζητήματα ταυτότητας, εθνικής συνείδησης και ιστορικής μνήμης μπορούν να συγκερασθούν στη λογοτεχνία; Πώς ένας πόλεμος όπως αυτός του Βιετνάμ μπορεί να αποτελέσει άξονα νέας μελέτης όλων των παραπάνω ζητημάτων; Το βιβλίο του Βιετ Ταν Νγκιεν μπορεί να διαβαστεί ως κατασκοπική ιστορία, ως πολεμικό μυθιστόρημα, ως αφήγηση ενός μετανάστη, ως μυθιστόρημα ιδεών και «ενηλικίωσης», ως σχόλιο πάνω στον αμερικανικό κινηματογράφο και ως metafiction, δηλαδή μυθιστόρημα που σχολιάζει άλλα μυθιστορήματα.

Σκληροπυρηνικός επαναστάτης, σκληροπυρηνικός καθολικός

Ο ήρωας του υπέροχου αυτού βιβλίου έχει συγκριθεί με τον αφροαμερικανό ήρωα του Αόρατου Ανθρώπου του Ραλφ Έλισον (Έλισον είναι και το όνομα του γιου του συγγραφέα) [4]. Ο ήρωας κινείται ακροβατικά σε μια σειρά από διπλότυπες ταυτότητες: κατάγεται από βιετναμέζα μητέρα και από γάλλο, καθολικό ιερέα πατέρα. Μεγαλώνει στο Βιετνάμ αλλά παρακολουθεί κολλέγιο στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου έχει παντρευτεί και ζει και διδάσκει Αγγλική Λογοτεχνία και Αμερικανικές Σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνια. Η διπλή κάστα καταγωγής του συγγραφέα, η διπλή του γλωσσική εκπαίδευση και η διπλή πολιτική ταυτότητα του πρωταγωνιστή του δεν ξενίζουν καθόλου: αντιθέτως, αναδεικνύουν μιαν έντονα συναισθηματική και ανθρώπινη πτυχή του συγγραφέα, που προσδίδει μια νότα παραλόγου αντάξια ενός Κάφκα ή ενός Ζενέ, ενός Κόνραντ ή ενός Λε Καρρέ, ενός Ουώλτ Ουίτμαν ή ενός Φίλιπ Ροθ. Κριτικοί έχουν συγκρίνει το βιβλίο με τη συλλογή διηγημάτων του Ρόμπερτ Μπάτλερ A Good Scent From a Strange Mountain[5]. Ο συγγραφέας δημοσίευσε τα ακτιβιστικά του διηγήματα «The Refugees» και ετοιμάζει το προσεχές του μυθιστόρημα, The Committed.

Το βιβλίο αποδίδει τόσο την αίσθηση της απώλειας μιας πατρίδας, όσο και το μυστήριο μιας πολιτικής εξομολόγησης και το ύφος της μαύρης κωμωδίας. Mπορεί κανείς να διαγνώσει αναφορές στη ριζοσπαστικοποίηση της γαλλικής Αριστεράς του Μεσοπολέμου και των βιετναμέζων φοιτητών του γαλλοκρατούμενου τότε Βιετνάμ που ζούσαν στο Παρίσι, στη ζωή των αυτοεξόριστων Πολ Ποτ, Τσου Εν Λάι και άλλων Χμερ ηγετών. Επίσης, στοιχεία για τα νεανικά χρόνια του Χο Τσι Μινχ και την ιδεολογία των Βιετκόνγκ. Το μυθιστόρημα δεν αντέχει τη λογοκρισία της σημερινής βιετναμεζικής κυβέρνησης. Πάνω απ’ όλα όμως προσκρούει στην ξενοφοβία κατά των προσφύγων στις Η.Π.Α., είτε αυτοί κατάγονται από την κίτρινη Ασία, είτε από τη Μέση Ανατολή. Και αναδεικνύει την οργή που ακόμη βράζει γι’ αυτόν τον τόσο άδικο πόλεμο και την άσβεστη φλόγα νοσταλγίας για τη χαμένη Σαϊγκόν.

Share

More Reviews